- Ίσαυροι
- Βυζαντινή δυναστεία, η οποία προερχόταν από την Ισαυρία (βλ. λ.) της Μικράς Ασίας – παρότι τόπος γέννησης του ιδρυτή της δυναστείας, Λέοντα Γ’, ήταν η Γερμανικεία της Συρίας. Χάρη στα δύο πρώτα μέλη της, η δυναστεία των Ι. διαδραμάτισε ιδιαίτερο ρόλο στην ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η αναδιοργάνωση του κράτους, η σωτηρία της Κωνσταντινούπολης –και έμμεσα της Ευρώπης– από τους Άραβες και η αντιμετώπιση των Βουλγάρων ήταν τα σημαντικότερα επιτεύγματα των Ι., τα οποία έθεσαν τέλος στη φοβερή αναρχία που είχε επικρατήσει στην αυτοκρατορία μετά το 695. Η βασιλεία των Ι. χαρακτηρίστηκε επίσης από το ξέσπασμα του εικονομαχικού κινήματος, που συντάραξε την αυτοκρατορία περισσότερο από έναν αιώνα, με σοβαρότατες πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
Η βασιλεία του ιδρυτή της δυναστείας Λέοντα Γ’ (717-741) χαρακτηρίστηκε αρχικά από πολύ σημαντικά πολεμικά γεγονότα. Η απόκρουση, ύστερα από αγώνα ενός έτους (717/8), των Αράβων, οι οποίοι, εκμεταλλευόμενοι την περίοδο της αναρχίας, είχαν φτάσει στην Πόλη και την πολιορκούσαν από ξηρά και θάλασσα, ήταν από τις σπουδαιότερες πολεμικές επιτυχίες του Λέοντα, γιατί με τον περιορισμό του αραβικού στοιχείου στον ασιατικό χώρο σώθηκε το Βυζάντιο και γενικότερα η Ευρώπη. Ο αγώνας του Λέοντα κατά των Αράβων περιορίστηκε πλέον στη Μικρά Ασία και κορυφώθηκε εκεί με τη μεγάλη του νίκη στο Aκροϊνό (740), πλήγμα βαρύτατο για τις αραβικές δυνάμεις.
Ιδιαίτερης σημασίας υπήρξε το νομοθετικό έργο του Λέοντα. Η Εκλογή, κωδικοποίηση των σπουδαιότερων νόμων που ίσχυαν επί Λέοντα, δεν ήταν μόνο πιο προσιτή και πιο κατανοητή από την ιουστινιάνεια νομοθεσία, αλλά παρουσίασε και αλλαγές που αποτύπωναν κοινωνικές και θρησκευτικές επιρροές οι οποίες έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του βυζαντινού πολιτισμού. Έτσι, στη νομοθεσία του συνυπάρχουν νόμοι που διαπνέονται από το χριστιανικό πνεύμα με άλλους που πηγάζουν από το ανατολικό εθιμικό δίκαιο. Η επιβολή ίδιων ποινών σε πλούσιους και φτωχούς για ίδια αδικήματα, ο μεγαλύτερος περιορισμός της πατρικής εξουσίας, η προστασία του γάμου, η πρόνοια για την περιουσία της χήρας και των παιδιών αποτέλεσαν βήματα προόδου σε σχέση με την προγενέστερη νομοθεσία, οφειλόμενη στην επίδραση του χριστιανισμού. Η ευρεία εισαγωγή όμως ποινών ακρωτηριασμού –συχνά αντί της θανατικής ποινής– δείχνει την επίδραση του ανατολικού εθιμικού δικαίου.
Η εικονομαχική πολιτική του Λέοντα άνοιξε ένα μεγάλο κεφάλαιο στη θρησκευτική ιστορία του Βυζαντίου. Η διαμάχη για τις εικόνες, που κατέληξε στο πολύπλοκο θρησκευτικό-κοινωνικό κίνημα της εικονομαχίας, με τις σοβαρότατες πολιτικές επιπτώσεις και επεκτάσεις, δεν εμφανίστηκε για πρώτη φορά με τον Λέοντα στον χριστιανικό κόσμο. Είχε προϋπάρξει καταδικαστική απόφαση συνόδου (306) στην πόλη Ελβίρα της Ισπανίας και διάφοροι επίσκοποι, κυρίως της Μικράς Ασίας, είχαν ήδη εκφραστεί κατά των εικόνων. Η πρώτη εκδήλωση της αντίθεσης του Λέοντα στη λατρεία των εικόνων (727) και στη συνέχεια το διάταγμα εναντίον τους (730) προκάλεσαν την ισχυρή αντίδραση του λαού και μέρους του κλήρου, καθώς και των πατριαρχών Αντιοχείας, Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων. Παράλληλα, οξύτατη ήταν η αντίδραση του πάπα. Έτσι, η απόφαση της συνόδου της Ρώμης (732), η οποία αφόρισε τους εικονομάχους, και η απόσπαση από μέρους του αυτοκράτορα των επισκοπών Καλαβρίας, Σικελίας και Ιλλυρικού από την παπική δικαιοδοσία δημιούργησαν ρήγμα στις σχέσεις Ανατολής και Δύσης, με πολιτικές επιπτώσεις οι οποίες έγιναν σαφέστερες επί Κωνσταντίνου Ε’. Η εικονομαχική πολιτική επί Λέοντα δεν είχε αποκτήσει ακόμη δριμύ αντιμοναχικό χαρακτήρα, διατυπώθηκε ωστόσο κατηγορηματικά με τη φράση του αυτοκράτορα «βασιλεύς ειμί και ιερεύς».
Τέλος, σημαντική ήταν η συμβολή του Λέοντα στην αναδιοργάνωση της διοίκησης, με την προώθηση της επέκτασης του συστήματος των θεμάτων.
Ο γιος του Λέοντα, Κωνσταντίνος Ε’ (741-775), υπήρξε διχασμένη προσωπικότητα με έντονα αντιφατικά στοιχεία. Εξαίρετος στρατηγός, ιδιαίτερα ευαίσθητος και ταυτόχρονα ανελέητος, επέδειξε αξιολογότατο πολεμικό έργο. Οι επιτυχίες του στους αγώνες εναντίον των Αράβων, ιδιαίτερα στην Αρμενία και στη Μεσοποταμία, αλλά κυρίως ο σκληρότατος αγώνας του εναντίον των Βουλγάρων, που άρχισε το 765 και τελείωσε με τον θάνατό του –αφού πέθανε στην ένατη εκστρατεία του εναντίον τους– είχαν ως αποτέλεσμα την εξασθένηση και των δύο λαών.
Επί Κωνσταντίνου η εικονομαχία προσέλαβε καθαρά αντιμοναχικό χαρακτήρα. Η τολμηρή θρησκευτική πολιτική του –που ανάλογή της επιχειρήθηκε να εφαρμοστεί στην Ευρώπη ύστερα από οκτώ αιώνες– ενώ είχε στόχο την αντιμετώπιση της τεράστιας ζημιάς που υφίστατο το κράτος σε οικονομικούς πόρους και σε στρατιωτικό και εργατικό δυναμικό, αμαυρώθηκε από ακρότητες και απαράδεκτες ωμότητες. Οι μοναχοί διώκονταν και αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν το μοναχικό σχήμα, συχνά γίνονταν θύματα κακοποίησης, ενώ τα μοναστήρια έκλειναν ή μετατρέπονταν σε διάφορα, κυρίως κοινωφελή, ιδρύματα. Δεν είναι τυχαίο ότι η οξύτερη φάση του εικονομαχικού αγώνα –τον οποίο ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να στηρίξει και θεωρητικά, με θεολογικές μελέτες, ομιλίες κ.ά.– συνέπεσε με την αποφασιστική για την ιστορία του παπικού θεσμού στροφή του πάπα προς τους Φράγκους.
Ο γιος του Κωνσταντίνου Ε’, Λέων Δ’ ο Χάζαρος (775-780), αν και εικονομάχος, ακολούθησε μετριοπαθέστερη πολιτική και δεν συνέχισε τον διωγμό των μοναχών. Έτσι, η σύντομη βασιλεία του βοήθησε στη μετάβαση από την εικονομαχία στην αναστήλωση των εικόνων, την οποία πραγματοποίησε μετά τον θάνατό του η γυναίκα του Ειρήνη η Αθηναία, ως επίτροπος του ανήλικου γιου της Κωνσταντίνου ΣΤ’, το 787, με την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο.
Ο Κωνσταντίνος ΣΤ’ (780-797) ανέλαβε τη διακυβέρνηση του κράτους το 790. Την περίοδο που βρισκόταν υπό την επιτροπεία της μητέρας του, άρχισαν καταστρεπτικές επιδρομές των Αράβων εναντίον της Μικράς Ασίας –τις οποίες η Ειρήνη αντιμετώπισε συνάπτοντας ταπεινωτικές συμφωνίες– καθώς και βουλγαρικές επιθέσεις. Μετά το 790 έγιναν επανειλημμένες εκστρατείες κατά των Βουλγάρων, με αποτυχία το 792 και με σχετική επιτυχία το 796. Ο Κωνσταντίνος –ο οποίος εξουδετέρωσε με σκληρότητα όσους συγγενείς του θεωρούσε επικίνδυνους για τον θρόνο του– έγινε αντιδημοτικός εξαιτίας του διαζυγίου του και του δεύτερου γάμου του με μια αυλική. Η αντίδραση των φανατικών μοναχών και ο τρόπος με τον οποίο τους αντιμετώπισε (εξόρισε τους πιο αδιάλλακτους) τον αποξένωσε ακόμη και από την ορθόδοξη παράταξη, διευκολύνοντας έτσι την επιτυχία της συνωμοσίας που οργάνωσε εναντίον του η μητέρα του, η οποία, μετά την τύφλωση και την απομάκρυνση του γιου της, ανέλαβε προσωπικά τη διακυβέρνηση έως το 802, οπότε εκθρονίστηκε ύστερα από στάση και εξορίστηκε στη Λέσβο.
Ο αυτοκράτορας Λέων Δ’ ο Χάζαρος, της δυναστείας των Ισαύρων, σε νόμισμα της εποχής (Νομισματικό Μουσείο, Παρίσι).
Dictionary of Greek. 2013.